16 Οκτωβρίου 1912: Η απελευθέρωση της Βέροιας

Πραγματοποιήθηκε σήμερα, παραμονή της επετείου απελευθέρωσης της Βέροιας, μια μικρή εκδήλωση στα πλαίσια της οποίας διαβάστηκε στα παιδιά το παρακάτω κείμενο (την επιμέλεια του οποίου είχε ο δάσκαλος του σχολείου κ. Λαζόπουλος Μέλιος).

Στις 16 Οκτωβρίου 1912 η 2η Μεραρχία ελευθέρωσε ύστερα από 5 αιώνες περίπου δουλείας  τη Βέροια.  Μετά τη νίκη στο Σαραντάπορο
και τη θριαμβευτική είσοδό του στην Κοζάνη, στις 14 Οκτωβρίου του 1912 ο ελληνικός στρατός ξεκίνησε με στόχο να καταλάβει τη Βέροια και την περιοχή της και στη συνέχεια να μπει νωρίτερα από τους Βούλγαρους  στη  Θεσσαλονίκη ,  μια και στόχος της Βουλγαρίας  ήταν πάντα η Θεσσαλονίκη.
Ο διάδοχος αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος ήταν αποφασισμένος να προχωρήσει με το στρατό του βόρεια προς το Μοναστήρι, το οποίο έπρεπε κατά την άποψή του να καταλάβει για λόγους στρατηγικής. Την ίδια ώρα, οι Βούλγαροι συνέχιζαν την προέλασή τους προς τη Θεσσαλονίκη δείχνοντας πόσο τους ενδιέφερε η κατάκτησή της.
Ο  Ελευθέριος  Βενιζέλος, βλέποντας πως η Ελλάδα κινδυνεύει να χάσει την πιο σημαντική πόλη της Μακεδονίας, διέταξε τον Κωνσταντίνο να αλλάξει πορεία και να προλάβει τους Βούλγαρους. Ο ελληνικός στρατός έπρεπε να μπει πρώτος στη Θεσσαλονίκη. Τελικά επικράτησε η άποψη του Βενιζέλου.
Στις 9 το βράδυ της 15ης Οκτωβρίου το Γενικό Στρατηγείο (που βρισκόταν ήδη στον Πολύμυλο) καθόρισε την πορεία των μεραρχιών  για την επόμενη μέρα, δηλαδή για την Τρίτη 16 Οκτωβρίου ως εξής:
Η 1η Μεραρχία θα προχωρούσε από τη Σφηκιά και το Πολυδένδρι στα περάσματα του Αλιάκμονα.
Η 2η  Μεραρχία θα προχωρούσε προς τη Βέροια, ακολουθώντας τον αμαξόδρομο  Κοζάνης-Βέροιας και σε κοντινή απόσταση περίπου 2 χιλιομέτρων θα ακολουθούσε η 3η  Μεραρχία.
Η 4η Μεραρχία θα κατέβαινε στη Βέροια από τα δυτικά (Βρωμοπήγαδο),  ενώ η 5η Μεραρχία θα κινούνταν προς την Πτολεμαΐδα για να προφυλάγει τα νώτα της στρατιάς.
Η 6η Μεραρχία θα κατευθυνόταν προς την Κουμαριά  και η    7η προς την Κατερίνη.
Η  γνωστοποίηση της καθόδου των ελληνικών δυνάμεων προς τη Βέροια ανησύχησε τους Τούρκους προύχοντες οι οποίοι φοβήθηκαν για τις ζωές και τις περιουσίες τους. Γι΄ αυτό πολλοί μάζεψαν γρήγορα γρήγορα όσα πράγματα μπορούσαν και ετοιμάστηκαν να φύγουν από την πόλη με το τρένο.
Τους κράτησε όμως ο μητροπολίτης Βέροιας Καλλίνικος, που τους εγγυήθηκε την ασφάλεια της ζωής τους. Συνετά σκεπτόμενος, ο μητροπολίτης κάλεσε σε κοινή σύσκεψη τους Έλληνες προεστούς της πόλης και τον Τούρκο δήμαρχο Χαλήλ Αλή Μπέη. Στη σύσκεψη εκείνη αποφάσισαν από κοινού η μια εθνότητα να βοηθήσει την άλλη σε θέματα που σχετίζονταν με την ασφάλεια της ζωής και της περιουσίας των κατοίκων και ακόμα οι δύο στρατοί να μην επιδοθούν σε καταστροφές και λεηλασίες. Για το σκοπό αυτό συστήθηκε μια μεικτή πολιτοφυλακή από τους Τούρκους και τους Έλληνες προύχοντες, η οποία λειτούργησε προστατευτικά για την πόλη και τους κατοίκους της προτού ακόμα μπει στην πόλη ο ελληνικός στρατός με αποτέλεσμα να επέλθει ένας συμβιβασμός για αμοιβαία προστασία .Έτσι η Βέροια έμεινε ανέγγιχτη. Άλλος λόγος που δεν έπαθε ζημιές η Βέροια ήταν ο λίγος χρόνος που μεσολάβησε ανάμεσα στην είσοδο του Ελληνικού στρατού και την έξοδο του Τουρκικού.
Στο μεταξύ ο ελληνικός στρατός ακολουθώντας την νικηφόρα του πορεία έφθασε στα πρόθυρα της Βέροιας με τη 2η Μεραρχία στις 16 Οκτωβρίου του 1912 και αφού διέλυσε μικρή τουρκική δύναμη στα στενά του Τριποτάμου και στο Ξηρολίβαδο με την 4η Μεραρχία εισήλθε με το προπορευόμενο έφιππο απόσπασμα υπό τον ίλαρχο Πέτρο Μάνο και το επόμενο τμήμα πεζικού υπό το λοχαγό Αντώνιο Βίγγο στην πόλη και την απελευθέρωσε από τη μακραίωνη τούρκικη δουλεία.
Παράλληλα με την είσοδο του ελληνικού στρατού στη Βέροια οι τουρκικές αρχές ύψωσαν λευκή σημαία σε ένδειξη υποταγής και αποχώρησε ο τούρκικος στρατός. Το γεγονός εκείνο της άμεσης μεταβίβασης της εξουσίας στους Έλληνες καθώς και η προηγούμενη συνεννόηση των δύο κοινοτήτων για ειρήνευση και συνεργασία συνέτειναν αποφασιστικά ώστε στη Βέροια να μη δημιουργηθούν προβλήματα και έκτακτες οδυνηρές καταστάσεις και η πόλη να μην υποστεί λεηλασίες , αρπαγές, βεβηλώσεις και καταστροφές. Ο απερχόμενος όμως τουρκικός στρατός ( ?ως αντίδραση οργής και εγωισμού-) στην υποχώρησή του κατέστρεψε γέφυρες όπως τις βασικές των ποταμών Λουδία και Αξιού. H ελληνική όμως αντίδραση υπήρξε άμεση, συγκροτήθηκε επιτροπή Βεροιωτών που μάζεψε όσα άδεια βαρέλια υπήρχαν στη Βέροια και ξυλεία και έτσι επισκευάστηκαν πρόχειρα οι κατεστραμμένες γέφυρες.
Ο ελληνικός πληθυσμός της Βέροιας υποδέχτηκε με δάκρυα χαράς τον ελληνικό στρατό ανεμίζοντας στα σπίτια, στα καταστήματα και στα δημόσια κτίρια τις ελληνικές σημαίες που για αιώνες ήταν διπλωμένες στα σεντούκια και όπως γράφει ο Σπύρος Μελάς ,
«από τα μπαλκόνια οι Ελληνίδες δακρυσμένες, μας έραιναν με λουλούδια , με κουφέτα, με ρύζι σα γαμπρούς. Οι άνδρες μαζεμένοι εδώ και εκεί σκίζανε τα φέσια τους, τα ποδοπατούσανε και ζητωκραύγαζαν».
Στο άγγελμα της χαρμόσυνης είδησης ο μητροπολίτης Καλλίνικος και σύσσωμος ο λαός της Βέροιας με τους Έλληνες πρόκριτους και τους Τούρκους Μπέηδες (που παρέμειναν μαζί με τους ομοεθνείς τους στην πόλη) συγκεντρώθηκαν στην πλατεία Ωρολογίου και υποδέχτηκαν τον ελληνικό στρατό που μπήκε πλέον στην πόλη. Εκεί εκτυλίχθηκαν συγκινητικές στιγμές χαράς, ενθουσιασμού και ευγνωμοσύνης. Στρατιώτες και πολίτες αγκαλιασμένοι ζητωκραύγαζαν.
Μετά, μια απέραντη λαοθάλασσα ξεχύθηκε στους δρόμους της Βέροιας και κατευθυνόταν προς τα κεντρικά σημεία: προς τη Μητρόπολη, προς την πλατεία της Εληάς και προς τον Άγιο Αντώνιο.
Ο λαός πανηγύριζε και τραγουδούσε:
Παν? τα Σέρβια, παν? τα Βέργια,
Σέρρα, Δράμα και Καβάλα θα τα πάρουμε κι αυτά.
Παν? τα Σέρβια, παν? τα Βέργια, παν? τα Γιαννιτσά
Και στην άλλη εκστρατεία θα πάμε στην Αγιά Σοφιά.
Όλοι οι Βεροιώτες, πλούσιοι και φτωχοί καλούσαν σε τραπέζια και γλέντια τον κουρασμένο στρατό. Μετά την κατάληψη της Βέροιας, ο ελληνικός στρατός αφού ξεκουράστηκε για λίγο ανεφοδιάστηκε και αναχώρησε για την απελευθέρωση της ευρύτερης περιοχής (Νάουσα, Έδεσσα, Γιαννιτσά) με τελικό σκοπό την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης.
Στην πόλη μείνανε ο βασιλιάς, ο διάδοχος και ανώτεροι αξιωματικοί. Το χαρμόσυνο γεγονός της απελευθέρωσης της πόλης ανήγγειλε στον Έλληνα Πρωθυπουργό Ε. Βενιζέλο με τηλεγράφημά του ο διάδοχος Κωνσταντίνος.
Αυτή την ημέρα την 16η Οκτωβρίου δεν πρέπει να την ξεχάσουμε ποτέ.
Ας είναι αιώνια η Μνήμη όλων των ηρώων που έπεσαν μαχόμενοι στα πεδία των μαχών και με το αίμα τους πότισαν το δέντρο της ελευθερίας.

Αφήστε μια απάντηση